Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

Ψυχολόγος και Ψυχίατρος: Η αναγκαιότητα μιας συνεργασίας

Η πρώτη μου βιωματική εμπειρία για την επαφή και τη συνεργασία ψυχολόγου και ψυχιάτρου ήταν κατά τη διάρκεια της πρακτικής μου άσκησης σε τμήματα του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. Ως τότε, είχα μόνο μια θεωρητική αντίληψη περί συνεργατικότητας των δύο επιστημόνων. Το πλαίσιο μπορεί να μην ήταν ιδεατό, όπως μπορεί να φάνταζε στα μεταφρασμένα πανεπιστημιακά συγγράμματα του Αριστοτελείου, τα οποία παρουσίαζαν την ευρωπαϊκή και αμερικανική πραγματικότητα, αλλά μπορούσε κανείς να διακρίνει με σαφήνεια τις υποχρεώσεις και τα όρια του κάθε επαγγελματία.

Θυμάμαι, ακόμα, την ουτοπική αντίληψη που διαμόρφωσα επιστρέφοντας από τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στην Αγγλία, θεωρώντας ότι οι επιστήμονες ψυχικής υγείας χρειάζεται να είμαστε απαλλαγμένοι από συμπλέγματα και προκαταλήψεις, μιας και στόχος μας είναι η προσωπική εξέλιξη του ανθρώπου που μας επισκέπτεται και η προάσπιση της ψυχικής του υγείας.

Στην πορεία μου συνάντησα αρκετούς ψυχολόγους που προσπαθούσαν εναγωνίως να παραστήσουν τους γιατρούς και πλείστους ψυχιάτρους που με την ίδια αγωνία προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι είναι «οι γιατροί». Κάνοντας μια πρόχειρη αναζήτηση στο διαδίκτυο περί ψυχολόγου και ψυχιάτρου θα διαπιστώσει κανείς ότι οι περισσότεροι αρθρογράφοι επισημαίνουν τις “διαφορές” μεταξύ των δύο επιστημόνων. Ο ρόλος και οι αρμοδιότητες, ωστόσο, του καθενός είναι σαφώς θεσμοθετημένα από την ίδια την πολιτεία.

Η ιστορία ότι η διαφορά μεταξύ ψυχολόγου και ψυχιάτρου είναι ότι ο ένας είναι γιατρός κι άλλος όχι, θα έπρεπε να είχε τελειώσει προ πολλού. Όπως πολλές επιστήμες, έτσι κι αυτές εφάπτονται σε πολλά και διαφοροποιούνται σε άλλα. Κι αυτό συμβαίνει σε πλείστες ειδικότητες, όπως για παράδειγμα, η βιολογία με την ιατρική, η κοινωνιολογία με την κοινωνική εργασία, η θεολογία με την ψυχολογία, σε όλα τα μηχανολογικά επαγγέλματα (πολιτικός μηχανικός, τοπογράφος, μηχανολόγος, αρχιτέκτονας κτλ)...

Με λίγα λόγια, δε χρειάζεται σε κανέναν να αποδείξουμε κάτι. Στόχος μας είναι να εξετάσουμε την κάθε περίπτωση ολιστικά και να απλώσουμε το χέρι σε όποιον συνεργάτη μπορεί να φανεί χρήσιμος για την πρόοδο του θεραπευόμενου. Στην περίπτωση ασφαλώς των θεμάτων που άπτονται της ψυχικής υγείας, το επίπεδο συνειδητότητας και επίγνωσης, η καθαρότητα στη λήψη αποφάσεων και η λειτουργικότητα των ατόμων που μας επισκέπτονται συχνά δε βοηθούν. Ως αποτέλεσμα, όπως σε πολλούς επαγγελματίες, έτσι και στον ψυχολόγο και στον ψυχίατρο, ζητήματα δεοντολογίας και ηθικής είναι εξαιρετικά σημαντικά.

Επομένως, θα ήταν το λιγότερο ανήθικο να εντάξω, για παράδειγμα, σε μια σειρά ψυχολογικών συνεδριών έναν άνθρωπο με παραληρητικές ιδέες χωρίς την συνδρομή ενός ψυχιάτρου, ο οποίος με την απαιτούμενη φαρμακευτική αγωγή θα συνέβαλλε στη δραστική βελτίωση της υγείας του. Από την άλλη, θα ήταν εξίσου ανήθικο να γίνονται ψυχολογικές συνεδρίες σε κάποιον από έναν ψυχίατρο που δεν έχει εκπαιδευτεί σε κάποια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση και που δεν έχει γνώση των αντίστοιχων θεραπευτικών τεχνικών.

Θεωρώ πως το βασικότερο από όλα είναι ως επαγγελματίες να προτάξουμε την υγεία, τα οφέλη και την προσωπική ανάπτυξη και ωρίμανση του ανθρώπου που μας επισκέπτεται. Ο χώρος της ψυχικής υγείας χρειάζεται να είναι απαλλαγμένος από εγωτικά συμπλέγματα επιστημόνων.

Προσωπικά, δεν αντιμετωπίζω όσους με επισκέπτονται ως ασθενείς αλλά ως πελάτες. Άλλωστε, ακόμα και η ίδια η ιατρική επιστήμη αρχίζει σιγά σιγά να αποδέχεται ότι ο ασθενής είναι πια ένας συμμετοχικός αγοραστής υπηρεσιών, ο οποίος επιλέγει, ενημερώνεται, συναποφασίζει και αξιολογεί. Ο πελάτης επιλέγει και κρίνει, λοιπόν, για το αν ο εκάστοτε ψυχολόγος του ταιριάζει, θέτει το αίτημα και τους στόχους του και διαμορφώνουν μαζί το θεραπευτικό τους πλάνο.

Διάβαζα σε μια διαδικτυακή καταχώρηση ενός άρθρου, έναν γνωστό ψυχίατρο να προσπαθεί να αποδείξει πως ο γιατρός υπερέχει και πως ο ψυχολόγος σε κάποιους ασθενείς του «δεν μπορεί να δει το τρένο που έρχεται». Ως απάντηση, να πω ότι στη δική μου, τουλάχιστον, επιστήμη, στόχος είναι να βοηθήσω τον πελάτη μου να δει ο ίδιος το τρένο. Μπορεί να είμαι η πρώτη που θα το δω αλλά ποτέ δε θα πάρω η ίδια την ευθύνη για αυτόν. Προσπαθώ, όμως, να του δείξω πως είναι να παίρνει ο ίδιος την ευθύνη για τις πράξεις του και για την ίδια τη ζωή του.

Στα 11 χρόνια που ασκώ το επάγγελμα του ψυχολόγου, έχω συνεργαστεί με πάμπολλες ειδικότητες: ψυχιάτρους, παιδοψυχιάτρους, λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, διαιτολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, ομοιοπαθητικούς, εκπαιδευτικούς, νευρολόγους... Σπάνια δέχομαι τηλεφωνήματα από συνεργάτες που παρακολουθούν οι ίδιοι τον πελάτη μου και ακούω πάντα τους θεραπευόμενους να μου μεταφέρουν τα ίδια λόγια: «να της πείτε να με πάρει τηλέφωνο». Όταν, όμως, παραπέμπουμε έναν πελάτη ή όταν ένας πελάτης ξεκινά μια συνεργασία με έναν άλλον επαγγελματία έχουμε την ηθική και δεοντολογική υποχρέωση να τον ενημερώσουμε.

Ψυχολόγοι και ψυχίατροι, κάθε άλλο παρά αντίπαλοι είναι. Αντιθέτως, μπορούν να είναι εξαίρετοι συνεργάτες. Δε λειτουργούν σε ένα θεραπευτικό σχήμα διαζευκτικό (ή τον έναν ή τον άλλον) αλλά συνδυαστικό. Τέλος, είναι εξίσου σημαντικό να συνομολογήσουμε πως ψυχολογία και ψυχιατρική δεν αποτελούν επιστήμες στατικές αλλά διαρκώς εξελισσόμενες. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει πως οι βασικές πανεπιστημιακές μας σπουδές δεν επαρκούν για τη διαχείριση θεμάτων που σχετίζονται με τη συμπεριφορά, τα κίνητρα, τα συναισθήματα και τις σκέψεις ενός ατόμου.

Ο άνθρωπος αλλάζει μέσα σε μια κοινωνία που μεταβάλλεται καθημερινά. Κι εμείς, δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιχαρακωνόμαστε σε “ξύλινες” διαγνώσεις από καθέδρας. Γίναμε θεραπευτές γιατί νοιαζόμαστε για τον άνθρωπο, για τις ανησυχίες και τις ανάγκες του. Δε μένει παρά να κάνουμε πράξη αυτή τη φιλοσοφία.

Έλλη Φρεγγίδου, M.Sc.
Ψυχολόγος Α.Π.Θ.
21ης Ιουνίου-Αθ. Τσούντα (γωνία)
Τηλ: 23410-27014, κιν: 6946081649
e-mail: elli_kilkis@yahoo.gr
frengidou.blogspot.com
www.psyxotherapy.gr