Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Ι.Θ.Α.Κ.Η.

Ξεκινάμε
πιστεύοντας
πως θα αλλάξουμε τον κόσμο,
νομίζοντας,
πως τα μάτια μας,
είναι μαζί και τα μάτια του άλλου.

Μέσα μου βαθιά,
Τίποτα δεν έχει τελειώσει.

Συχνά λέμε «πονάω»
Κι εννοούμε «πονάω για σένα»,
Λέμε «κουράστηκα»
Και μέσα μας φωνάζει ένα
«κουράστηκα χωρίς εσένα».

Πώς να σου δώσω να καταλάβεις;

Η φωνή μου βγαίνει δύσκολα από φόβο
Κι εσύ νιώθεις πως σπρώχνεις
Έναν ακλόνητο τοίχο δυσπιστίας.

Ίσως τελικά,
Να μη μπόρεσα να σου δώσω να καταλάβεις.

Έσφιγγα γερά τον εαυτό μου μέσα στην παλάμη μου
Και σου φώναζα γεμάτη θυμό:
«Μα γιατί δε με βλέπεις;»

Αλήθεια,
Ακόμα και τώρα,
Αναρωτήθηκες ποτέ
«Γιατί δε με βλέπεις;»

Δεν κάνεις λάθη μόνο όταν διεκδικείς,
Όταν κάνεις βήματα μπροστά,
Όταν φωνάζεις δυνατά το δίκιο σου,
Όταν ανεβαίνεις στο ψηλότερο βράχο για να σε προσέξουν…

Ένα βήμα πίσω είναι αρκετό.
Πόσο μάλλον όταν παίρνεις μέρος
Σε μια παρέλαση παιγμένη rewind

Όλο αυτό θα πει,
Θα πει…

Έχω τόσες στιγμές μέσα μου,
Κάθε μέρα
Επιχειρώ να σκοτώσω και μία.

…Λένε πως όλα στη ζωή φθείρονται,
γερνάνε,
αλλάζουν μορφή
και κάποτε πεθαίνουν.
Πως όλα τα παλιά
έχουν το άρωμα του ωραίου που τελείωσε
και πως τίποτα δε γίνεται να μένει για πάντα…

Κάθε μέρα
Σκοτώνω την ίδια στιγμή,
Κάθε μέρα γεννάω την ίδια στιγμή.

«…Βάλε κρασί να πιω,
να κοιμηθώ,
να με κεράσεις θέλω απόψε
οινόπνευμα φτηνό της λησμονιάς,
να θάψω μέσα του βαθιά τις θύμησες.
Γιατί έτσι μονάχα πεθαίνει ο άνθρωπος,
Όταν δεν έχει τίποτα να πάρει μαζί του…»

Ανεβαίνω στον ψηλότερο βράχο,
Έχω τα χέρια μου ανοιχτά
και φωνάζω:
«…Όταν δεν έχει τίποτα να πάρει μαζί του…»